Της φαντασίας

Ένα παιγνίδι φαντασίας να ζω θέλω
σε κόσμους μεγάλους και μικρούς,
που πλάθουμε μαζί.
Τις νύχτες έτσι να περνούμε θέλω
στο χάδι και το δάκρυ και το γέλιο,
που φτιάχνει τη Ζωή.

Σε μιαν πραγματικότητα να ζω θέλω
απ’ των ονείρων πλεγμένη τους ιστούς,
με τη μετάξινη υφή.
Και την αλήθεια τη δική μας θέλω
το θαύμα που απόκτησα ακέριο,
μέσα σε μια Στιγμή.

Σε στίχους και στροφές να ζω θέλω
στης μουσικής της μαγικής ρυθμούς,
να έχω θεϊκή ορμή.
Μέσα στον ήλιο να σε βλέπω θέλω
όταν στοχάζεσαι βαθιά το τέλειο,
σε σκέψης Ηδονή.


Το ρόδο

Τα ρόδα και τα δώρα
μόνο στα γράμματα διαφέρουν;
Κι αν με τα πρώτα φτιάχνεις και γλυκό
τα δεύτερα μπορούν ενέχυρα να μπούνε.
Μα όταν τα ρόδα τα φέρνει χέρι αγαπημένο
τότε κανένα δώρο την αίσθησή τους δεν τη δίνει.
Και της αγάπης σου το δώρο, ευωδιάζει σαν το ρόδο
που ονειρεύτηκε της Γρανάδας ο ποιητής ο τόσο αγαπητός σου.
 

Της γης τα ύδατα

Της γης το νερό 
το νερό του κορμιού μου 
ενώνεται με του αέρα το νερό 
το νερό της ψυχής σου.

Της γης η φωτιά 
η φωτιά της ζωής μου 
ενώνεται με του ανέμου τη φωτιά 
τους κεραυνούς του μυαλού σου. 

Το λουλούδι της γης 
του κορμιού μου η φύτρα 
παίρνει του αέρα το άρωμα 
του έρωτά σου τη θέρμη. 

Της ανάγκης ο πόθος 
από σένα πληρώνεται 
της αγάπης η ανάγκη 
την εκπλήρωση βρίσκει. 

Τα γήινα όνειρα 
συναντούν το θείο στοιχείο 
των ανέμων οι θύελλες 
αναστατώνουν τη γη.

Χάδια

Χαϊδεύει τη θάλασσα ο άνεμος
κι εκείνη κυματίζει με ανατριχίλα ηδονής.
Χαϊδεύει ο άνεμος τη γη
κι αυτή πετά απ’ το κορμί της τη σκόνη.
Χαϊδεύει ο άνεμος τον ουρανό
και τα νέφη του παίζουν κυνήγι.
Χαϊδεύει το σώμα μου ο άνεμος
και κάνει ζωή τα όνειρά μου.

 

Των ονείρων η ουσία


Εσύ που διακόρευσες
την άρνησή μου να ερωτευθώ τους εραστές μου,
μήπως οφείλεις να αποκαταστήσεις
την τιμή της χαμένης λογικής μου,
νυμφευόμενος τις αμφιβολίες μου;

Μην τρομάζεις καλέ μου.
Του γάμου τα δεσμά,
δεν δένουν τις ψυχές
όπως του έρωτα η πράξη
και των ονείρων οι σκιές.

Κι αν θέλω τη σκιά σου
για πάντα δίπλα στην δικιά μου,
ξέρω πως όνειρο είναι η ζωή μας
και πως τον άνεμο δεν τον δένει
ούτε της γης ούτε της θάλασσας η σαγήνη.

Μα να: στα όνειρα ας βυθιστούμε.
Κι αν όπως λες κρατάνε πολύ λίγο,
ας είν’ το λίγο τούτο
της ζωής μου το μέτρο,
όσης μου μέλλεται ακόμη να την ζήσω.

Και δώσε μου αυτού του χρόνου την ψυχή σου.
Δώσε μου και της ύλης σου όση μπορείς ουσία.
Κι αν δεν κρατήσει τ’ όνειρο
στης μέρας το φως το εχθρικό
ας έχω τα δώρα σου, διαμάντια κι οδηγό.

Το όνειρο που ζούμε

Κι αν τ’ όνειρο που ζούμε
μας μέλλει να χαθεί
κι αν κάποιο πρωινό
ανοίξουμε τα μάτια κουρασμένοι
και δρόμους πάρουμε
γι’ άλλη φωλιά ζεστή,
το ζήσαμε κι αυτό αρκεί.

Σε θάλασσες ταραγμένες
ταξιδεύει το κεφάλι που λατρεύω
σε γαλαξίες μακρινούς
σ’ Ωρίωνες και Κύκνους.
Θέλω να γύρει σε τούτη την ποδιά
να νιώσει τη θέρμη της αγάπης,
να ζήσει εκείνο που πιστεύω.

Δεν θέλουν όλα ψάξιμο βαθύ.
Στου ποταμού την όχθη δες:
μπορείς να βρεις χρυσάφι.
Μ’ αν την ανάγκη νιώθεις
πως πρέπει να βουτάς
μαργαριτάρια να ψαρεύεις πλούσια,
μπορείς εδώ να ξαποστένεις αν το θες.